Translate

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Πώς πέρασα στις Γιορτές


Εγώ, Χριστούγεννα δεν είχα ξανακάνει. Ούτε και Πρωτοχρονιά. Φέτος τα πρωτοέμαθα, γιατί είμαι ακόμα μικρή. Αυτό που κατάλαβα είναι ότι στις Γιορτές, είμαστε όλοι μαζί στο σπίτι, η ξανθιά όλο μαγειρεύει, ο σοβαρός δε δουλεύει, τα μικρά μιλάνε ασταμάτητα και στο σπίτι μπαινοβγαίνει κόσμος!

Την Παραμονή, αφού πρώτα τσακώθηκαν πού θα πάνε, ποιοί θα πάνε, ποιός θα έχει το πορτοφόλι και ποιός θα χτυπάει το τρίγωνο, πήγαμε όλα τα μικρά του σπιτιού, συν ένα φιλαράκι τους, για τα κάλαντα. Εγώ, αυτά δε τα ξερα. Τρέχαμε γύρω γύρω στη γειτονιά ο ένας με κόκκινο σκουφί, η άλλη με κοκαλάκια αγγέλους κι εγώ λευκή, φουντωτή και κούκλα, χτυπούσαν τα κουδούνια στα σπίτια, κοπανούσαν τα τρίγωνα και ξεφωνίζανε διάφορα που δε καταλαβαίνω πολύ. 

Περιηγήθηκα σ' όλη τη γειτονιά, μύρισα όλες τις γωνίες και γυρίσαμε. Ωχχχχ κι ήρθε το βράδυ κι άρχισε ο εμετός πάλι, φτου! Χάλια, μαύρα και πράσινα και πορτοκαλί πάντως χάλια! Μάλλον κόλλησα ίωση από κάποιο φιλαράκι μου, είμαι γλυκούλα και με φιλάνε! Πάλι άρρωστη η Λούσυ, πάλι ανησυχία στο ζεύγος, τηλεφωνήσαν του αντιπαθητικού με το σιδερένιο κρεβάτι, μου δώσανε σιρόπι με τη σύριγγα, μ' αφήσαν νηστικιά, αλλά μπα! Μόλις πέρασε ο εμετός, ήρθε η διάρροια και μετά και τα δύο...Τελικά, με πήγαν με το ζόρι στον γιατρό, κρύφτηκα στην αγκαλιά της μαμαλένας να μη τον βλέπω και μου κοπάνησε ο άτιμος δύο ενέσεις στο ωραίο μου πωπουδάκι. Κάι κάι κάι, τι κάνεις ρε φίλε; Πού έμαθες να κάνεις ενέσεις; σε γαϊδούρι; Αμάν!

Το βράδυ είχανε γκαλά (και καλά...) οι δικοί μου, ήρθε κόσμος μικρός και μεγάλος, με χαϊδέψανε γιατί με λυπήθηκαν που αρρώστησα και μ' άφησαν ήσυχη να τους κοιτάζω που τρώνε τα λαχταριστά μεζεδάκια τους. Στις δέκα και μισή ακούω τον σοβαρό να λέει "ώρα για την ένεση"!!!!!! Ήμουν λίγο ζαβλακωμένη και δε το κατάλαβα, αλλά με παίρνει αγκαλιά και βλέπω την ξανθιά να έρχεται καταπάνω μου με τη σύριγγα στο χέρι!!!! ΠΕΝΤΕ ΚΟΚΚΙΝΟΙ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΙ ΑΔΕΛΦΙΑ! Πού πας καλέ; Ξέρεις εσύ να κάνεις ενέσεις σε σκύλους; Πες μας ότι είσαι ΚΑΙ κτηνίατρος...Ωχ και μου την έριξε η άσπλαχνη κακούργα μάνα...κι εγώ τσίριζα...κι ο σοβαρός με κρατούσε μη φύγω...κι οι φίλοι τους κοιτούσαν με λύπη! Μόνο μια κυρία κοιτούσε απ την άλλη γιατί δεν άντεχε. Αυτή είναι καλός άνθρωπος. Την άλλη μέρα που ήταν να ξανακάνω, τη γλύτωσα γιατί η ξανθιά δήλωσε ότι δε μπορεί να μου κάνει γιατί πονάω και κλαίω (έπιασε το κόλπο μου..χεχεχε).

Συνήλθα αργά. Με πρόσεχαν σα τα μάτια τους, μη φάω πολύ, μη πιω νερό πολύ, μη γλύψω το πάτωμα. Λύσσαξα στην πείνα όμως. Κι ένα βράδυ, έχω άράξει στο κρεββάτι μου το ζεστό και ψευτοκοιμάμαι. Περνάει δίπλα μου η ξανθιά. Σηκώνω το αυτί κι ακούω πού πάει. Πάει στην κουζίνα. Καλό σημάδι. Σηκώνομαι αργά. Ακολουθώ αθόρυβα. Κόβει πολύχρωμο μεζέ με σολωμό, τυρί και σπανάκι κι ο καλός Θεός κάνει να της πέσει στο πάτωμα. ΧΛΟΥΨ! τον αρπάζω στον αέρα και κατευθείαν τον καταπίνω, γιατί αυτοί εδώ μέσα σου παίρνουν τη μπουκιά απ το στόμα! Αυτή με κοιτάζει έκπληκτη, δεν με είχε δει, και έντρομη γιατί φοβάται νέους εμετούς...Όταν τρώω κάτι άσχετο από την ξηρά τροφή, το στομάχι μου δε το χωνεύει.

Τελικά, όλα πήγαν καλά. Ο καπνιστός σολωμός, με τυριά και σπανάκια, απορροφήθηκε μια χαρά απ τον οργανισμό μου. Πρώτη φορά έφαγα κάτι νέο και δε με πείραξε! Αποφάσισαν ότι σ' αυτή την οικογένεια, είμαστε γκουρμέ τύποι.

Ακόμα κι εγώ, το μικρό λευκό Westie!